Αρχική πρόθεση του κειμένου τούτου δεν ήταν να κάνει γνωστά τα περίφημα- τόσο περίφημα που μοιάζουν με έργα τέχνης- ξομπλιαστά κουλούρια που φτιάχνουν για τους κουμπάρους στους Ανωγειανούς γάμους μια και ήμουν εκ των προτέρων βέβαιη πως στη Κρήτη ειδικά δεν υπάρχει ουδείς που να μη τα γνωρίζει. Κατά συνέπεια πρόθεσης μου ήταν απλώς να πιάσω την άκρη του νήματος για να βρω την αρχή από πού κρατά και πότε ξεκίνησε το έθιμο αυτό… δυστυχώς όμως όσο κι αν προσπάθησα δεν κατάφερα να το μάθω παρ΄ ότι μίλησα με γυναίκες του χωριού έως και ογδόντα χρονών!
«Έτσι το βρήκαμε κι εμείς κι έτσι το θυμόμαστε από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας»
ήταν η απάντηση τους κι εξ ανάγκης αρκέστηκα σ’ αυτήν.Για να πω την αλήθεια ωστόσο δεν στενοχωρήθηκα κι ιδιαίτερα μια κι εμένα τουλάχιστον προσωπικά από πού κρατά ή από πότε ξεκίνησε ένα έθιμο του τόπου μου δεν υπήρξε ποτέ το βασικό μου ζητούμενο…μου φτάνει που υπάρχει! Πόσο μάλλον δε όταν πρόκειται για έθιμο που έχει να κάνει με το γάμο μια και...
παρά την άκρως φεμινιστική μου εμφάνιση, δεν αρνούμαι πως η γυναικεία μου υπόσταση έχει παραμείνει αλώβητη σε σημείο να διακατέχομαι από άφατη συγκίνηση κάθε που έρχομαι αντιμέτωπη με οτιδήποτε έχει έστω και τη παραμικρή σχέση με το θεό του Υμεναίου καθώς επίσης και το προφήτη που εφεύρε εκείνο το περίφημο κυκλικό χορό με τα συνοδευτικά ρύζια και ροδοπέταλα… στον Ησαϊα αναφέρομαι φυσικά αν και τα αυτονόητα δεν αξίζει να τα συζητάμε.Και για να ξεκαθαρίζω λοιπόν τη θέση μου νομίζετε πως αφού χωρίς διόλου να ντραπώ έβγαλα στη φόρα την «αχίλλειο πτέρνα μου», θα ντραπώ τώρα να παραδεχτώ πως ακούγοντας όλες αυτές τις υπερήλικες γυναίκες να μου μιλούν για «γαμοκούλουρα και κανίσκια» γυρνούσα δεκαετίες πίσω με το περίεργο μυαλό μου να καταγράφει σε εικόνα όλα όσα έβγαιναν από τα χείλη τους; Όχι βέβαια… όχι μόνο δε ντρέπομαι αλλά αντίθετα σε πείσμα των ηλεκτρονικών καιρών κι όλων όσων θα βιαστούν να μου πουν «Ρίκη, πρόσεξε γιατί μάλλον είσαι υπερβολικά ρομαντική και φαντασιόπληκτη και δεν αποκλείεται να κινδυνεύεις», θα προσπαθήσω όλα εκείνα που μέσα από τα λεγόμενα τους είδα κι εγώ για μια άλλη εποχή, σίγουρα πολύ πιο όμορφη από τη τωρινή, να σας κάνω να τα δείτε κι εσείς όσο γίνεται πιο ακέραια. Αρκεί φυσικά να θέλετε να με ακολουθήσετε…Είμαι σίγουρη λοιπόν πως εκείνοι που αποφάσισαν να έλθουν πίσω μου, βλέπουν ετούτη τη στιγμή όλες τις ξομπλιάστρες του χωριού, δυο ημέρες πριν από το γάμο -κι όχι απαραίτητα του δικού μου, σας προλαβαίνω- να μαζεύονται στο σπίτι της νύφης ή του γαμπρού, μα κατά γενική ομολογία πιο πολύ στου γαμπρού, να πιάνουν το σκληρό αλεύρι, να το ζυμώνουν με το χέρι κι αφού πια το μετατρέψουν σε μαλακή ζύμη να το πλάθουν κουλουριάζοντας το για να αρχίσουν στη συνέχεια, πάλι με το χέρι, να σχεδιάζουν πάνω του πουλάκια, ανθάκια, ή οτιδήποτε άλλο αρκεί μόνο το σχέδιο τους να συμβόλιζε την καλή τύχη, την ευτυχία και την μακροημέρευση του ζευγαριού.
Εξακολουθούν να ζυμώνουν, να ζυμώνουν, να ζυμώνουν οι γυναίκες ετούτες, και φυσικά γύρω τους άντρας κανείς μια κι οι άντρες σε τέτοιες γαμηλιώτικες υποθέσεις είναι για να σφάζουν τα ωζά, να τεμαχίζουν το κρέας και να το μεταφέρουν με τα ταψιά στο φούρνο του χωριού για να ψηθεί… ο καθείς εφ’ ο ετάχθη αν έχετε ακουστά;Εξακολουθούν που λέτε να ζυμώνουν τα ξομπλιαστά γαμοκουλούρα οι γυναίκες, κι εγώ όπως εξάλλου μου φαίνεται εξακολουθώ να ονειρεύομαι, όμως δεν είναι από εκεί που βλέπω όσο περνά η ώρα το κέφι να φουντώνει κι από κάποια στιγμή κι έπειτα μια λύρα με γερακοκούδουνα να έρχεται για να συμμετάσχει με τους ήχους της στη χαρά τους, να κουρντίζει ο λυράρης τις κόρδες της κι οι γυναίκες οι ξομπλιάστρες, η μια μετά την άλλη, να αρχίζουν να τραγουδούν μαντινάδες της χαράς, του έρωτα και φυσικά του γάμου: «Σήμερα γάμος γίνεται σ’ ωραίο περιβόλι, σήμερα αποχωρίζεται η μάνα από τη κόρη…»
Το κέφι έχει φτάσει στο ζενίθ του- μη μου πείτε ότι δε το βλέπετε;- και δικαιωματικά μάλιστα αφού η δουλειά έχει τελειώσει κι ένα τραπέζι στρωμένο πλουσιοπάροχα, με όλα τα καλά του Θεού πάνω του, τις περιμένει για να καθίσουν και να τις ανταμείψει για το κόπο τους.Εδώ που τα λέμε ήταν όντως μια δύσκολη μέρα όμως χαλάλι στη κουμπαριά ο κόπος, χαλάλι στο καρδιακό το φίλο, χαλάλι στον εκλεκτό το συγγενή που για χάρη του γίνανε όλα ετούτα τα χειροποίητα έργα τέχνης που την ώρα που θα προσφέρονται θα μοσχοβολούν από μακριά Ανωγειανό φιλότιμο και πεντακάθαρο, θυμαρίσιο αέρα!
Και μπορεί φυσικά οι τυχεροί που θα γευτούν εξ ολοκλήρου το ξομπλιαστό γαμοκούλουρο να μην είναι παρά μονάχα οι κουμπάροι και κάποια ειδική περίπτωση συγγενών κι όλοι οι υπόλοιποι ν‘ αρκεστούν να δοκιμάσουν απλώς από το «γαμοκούλουρο της κανάτας»- που το ονόμασαν έτσι επειδή αμέσως μετά το μυστήριο ο αδελφός του γαμπρού κρατά ένα από τα περίφημα κουλούρια και μαζί με μια κανάτα κρασί γυρίζει και κερνά τους καλεστικούς την ώρα που εκείνοι χορεύουν το «χορό της νύφης» έξω από την εκκλησία- αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι περισσότεροι σχεδόν δικοί και φίλοι θα κάνουν τα «στραβά μάτια» και δεν θα ετοιμάσουν το «κανίσκι» που το απόγευμα της παραμονής του γάμου θα μεταφέρουν στο σπίτι των νεόνυμφων για το καλό.
«Κανίσκι…τι πα κανίσκι» σαν να άκουσα ή έτσι μου φάνηκε; Μπα, το πιθανότερο δε μου φάνηκε, το άκουσα σίγουρα οπότε για να μην εισχωρήσουν στην εικόνα κενά και χάσουμε το νόημα μάλλον πως είμαι και υποχρεωμένη να απαντήσω στη παραπάνω ερώτηση.
«Κάνεον» λοιπόν, υποκοριστικό του «κάνειον»=«κάνιστρον εκ καλάμου πεπλεγμένο δια την μεταφορά άρτου» διαβάζω σ’ ένα παμπάλαιο λεξικό που «όλως τυχαίως» βρέθηκε εδώ μπροστά μου… για να είμαι ωστόσο ειλικρινής επειδή ούτε κι εγώ δεν έλυσα την απορία μου δια μέσω του λεξικού- τι σχέση αλήθεια μπορεί να έχει το «κάνιστρον εκ καλάμου πεπλεγμένο δια την μεταφορά άρτου» με το κανίσκι της παραμονής του γάμου;-από μια πρόχειρη «έρευνα αγοράς» που διεξήγαγα στα γρήγορα, έμαθα ότι το κάνιστρο, ελλείψει άλλων μεταφορικών ειδών τότε, εκτός από τη μεταφορά άρτου μετέφερε κι άλλα πολλά πράγματα κι ένα από αυτά ήταν τα προικιά της νύφης από το πατρικό της σπίτι στο σπίτι του μέλλοντος συζύγου της.Κι αφού το κάνιστρον μετέφερε τη μια, μετέφερε την άλλη, μετέφερε, μετέφερε, με τα χρόνια σιγά- σιγά η μεταφορά αυτή πήρε τελικά άλλη έννοια κι έτσι, δε ξέρω για σήμερα αλλά κάποτε, όταν έφτανες πια να πεις « ο τάδε μου έφερε κανίσκι» σήμαινε « ο τάδε μου έφερε δώρο»…κι ελπίζω να έγινα κατανοητή.
Το προσωπικό τους δώρο λοιπόν έβαζαν μέσα στο κανίσκι που ετοίμαζαν τη παραμονή του γάμου όλοι όσοι προαιρούνταν καλώς απέναντι στο νέο ζευγάρι και μη βάλει ο νους σας φυσικά πως ήταν κάτι αγορασμένο κατά παραγγελία από κατάστημα με λίστα γάμου…
Γεμίζανε απλώς το πανέρι με εδώδιμα αποικιακά όπως ας πούμε ζάχαρη, ρύζι, μακαρόνια άντε κι ένα μεγάλο κομμάτι κρέας και τα πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού, ή της νύφης ανάλογα, για να βοηθήσουν τη κατάσταση την επαύριο που θα στήνονταν το μεγάλο γλέντι του γάμου στη πλατεία του χωριού.Το γεγονός φυσικά πώς θα στήνονταν τη μέρα του γάμου «το μεγάλο γλέντι» αυτό δεν εμπόδιζε με τίποτα να στηθεί και τη παραμονή άλλο ένα ακόμα εξίσου μεγάλο …άρα αν λάβουμε υπόψη μας πως και δυο και τρεις μέρες πολλές φορές συνεχιζόταν το γλέντι μετά το γάμο, αναρωτιέμαι τώρα εγώ για δύο πράγματα:Πρώτον, αλήθεια πόσα γλέντια στήνονταν κάποτε μια εβδομάδα πριν και μια εβδομάδα μετά από κάποιο γάμο, και δεύτερον μήπως θα θέλατε κι εσείς ο δικός σας ο γάμος να πάρει τέτοιες διαστάσεις χαράς και αυθεντικότητας;Μη βιαστείτε να μου αρνηθείτε, σκεφτείτε το λίγο πρώτα και θα δείτε πως ναι, κι εσείς θα το θέλατε…Εγώ πάντως ομολογώ και μεγαλόφωνα μάλιστα, «ναι θα το ήθελα…»
Θερμά συγχαριτήρια για την παραδοσιακή αυτήν ανάρτηση που γίνεται και στον τόπο μου και ιδίως στα βλχοχώρια ,όπου πολοί νέοι προτιμούν να κάνουν το γάμο τους με τα παλιά έθιμα! Μπράβο σου!
ΑπάντησηΔιαγραφή